Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009

Γιάννης Ρίτσος... Ένα ποίημα μου μας κάνει να αναρωτηθούμε για τη <<Ρωμιοσύνη>>

Κορυφαῖος Ἕλληνας ποιητής. Γεννήθηκε στὴ Μονεμβάσια τὴν Πρωτομαγιὰ τοῦ 1909 καὶ πέθανε στὴν Ἀθήνα τὸ 1990. Πάνω ἀπὸ ἑκατὸ ποιητικὲς συλλογὲς καὶ συνθέσεις, ἐννέα πεζογραφήματα (μυθιστορήματα τὰ ὀνομάζει), τέσσερα θεατρικά, ὅπως καὶ μελέτες γιὰ ὁμοτέχνους συγκροτοῦν τὸ κύριο σῶμα τοῦ ἔργου του. Πολυάριθμες μεταφράσεις, χρονογραφήματα καὶ ἄλλα δημοσιεύματα συμπληρώνουν τὴν εἰκόνα τοῦ δημιουργοῦ.
Ὁ πατέρας του ἦταν κτηματίας, ἀλλὰ ἔχασε τὴν περιουσία του καὶ πολὺ νωρὶς ὁ ποιητὴς δυστύχησε οἰκονομικά.
Γρήγορα τὸ ἐνδιαφέρον του στράφηκε στὴν ποίηση καὶ στὰ μεγάλα κοινωνικοπολιτικὰ προβλήματα τῆς ἐποχῆς του. Οἱ νέες ἰδέες του ἦσαν μαρξιστικές. Αὐτὲς οἱ ἰδέες στάθηκαν ἀφορμὴ γιὰ περιπέτειες. Φυλακίστηκε, ἐξορίστηκε καὶ ἐκτοπίστηκε πολλὲς φορές. Τόποι ἐξορίας του ὑπῆρξαν ἡ Μακρόνησος καὶ ὁ Ἅγιος Εὐστράτιος παλιά, ἡ Γυάρος, ἡ Λέρος καὶ ἡ Σύρος στὴν ἑπταετία τῆς χούντας. Ἡ ζωὴ τοῦ ποιητῆ ὑπῆρξε ταραγμένη καὶ περιπετειώδης. Χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἀσθένειες καὶ πολιτικὲς διώξεις. Σίγουρα ὅλη αὐτὴ ἡ ἔνταση, ἐπηρέασε τὴν ποίησή του.
Τὸ 1921 ἄρχισε νὰ συνεργάζεται μὲ τὴ «Διάπλαση τῶν Παίδων». Πολλὰ ἀπὸ τὰ νεανικά του ποιήματα δημοσιεύτηκαν στὸ φιλολογικὸ παράρτημα τῆς «Μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐγκυκλοπαίδειας» τοῦ Πυρσοῦ.
Γιὰ νὰ ἀνταπεξέλθει στὶς βιοτικὲς ἀνάγκες ἐργάσθηκε ὡς χορευτὴς σὲ ἐπιθεωρησιακὸ μπαλέτο (1930) ἀφοῦ φοίτησε στὴ σχολὴ Μοριάνοφ. Ἐπίσης, ὁ Ρίτσος ἀσχολήθηκε ἐρασιτεχνικὰ μὲ τὴ ζωγραφικὴ καὶ τὴ μουσική.
Τὸ 1934 ἐκδόθηκε ἡ πρώτη ποιητικὴ συλλογή του μὲ τίτλο «Τρακτέρ», ἐνῶ ἄρχισε καὶ τὴ συνεργασία του μὲ τὸ «Ριζοσπάστη», μὲ τὰ «Γράμματα γιὰ τὸ Μέτωπο». Τὸ 1935 κυκλοφοροῦν οἱ «Πυραμίδες», τὸ 1936 ὁ «Ἐπιτάφιος» καὶ τὸ 1937 «Τὸ τραγούδι τῆς ἀδελφῆς μου». Ἔλαβε ἐνεργὸ μέρος στὴν Ἐθνικὴ Ἀντίσταση, ἐνῶ κατὰ τὸ χρονικὸ διάστημα 1948-1952 ἐξορίστηκε σὲ διάφορα νησιά. Τὸ 1956 τιμήθηκε μὲ τὸ Α´ Κρατικὸ Βραβεῖο Ποίησης γιὰ τὴ «Σονάτα τοῦ Σεληνόφωτος».
Τὸ 1968 προτάθηκε γιὰ τὸ βραβεῖο Νόμπελ ἀπὸ 75 Γάλλους ἀκαδημαϊκούς, συγγραφεῖς καὶ νομπελίστες, τὸ 1975 ἀναγορεύτηκε ἐπίτιμος διδάκτορας τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καὶ τὸ 1987 τοῦ Ἐθνικοῦ καὶ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Διακρίθηκε ὅμως καὶ μὲ πολλὰ ξένα βραβεῖα. «Μέγα διεθνὲς βραβεῖο ποίησης» (Βέλγιο, 1972), διεθνὲς βραβεῖο «Γκεόργκι Δημητρώφ». (Βουλγαρία, 1975), μέγα βραβεῖο ποίησης «Ἀλφρὲ ντὲ Βινύ» (Γαλλία, 1975), διεθνὲς βραβεῖο «Αἴτνα-Ταορμίνα» (Ἰταλία, 1976), «βραβεῖο Λένιν για τὴν εἰρήνη» (ΕΣΣΔ, 1977), διεθνὲς βραβεῖο «Μποντέλο» (1978).

Ποιὸς εἶναι λοιπὸν ὁ Ρίτσος; Ὁ βάρδος τῶν λαϊκῶν ἀγώνων ἢ ὁ μοναχικὸς σκεπτικιστής, ὁ «ἀπαρηγόρητος παρηγορητὴς τοῦ κόσμου»; Ὁ αἰσθησιακὸς ποὺ ρουφάει μὲ ὅλους τοὺς πόρους του τοὺς χυμοὺς τῆς ζωῆς, αὐτὸς ποὺ κλείνει μέσα στ᾿ ἀνθρώπινο σῶμα τὸν φυσικὸ κόσμο καί, ἀντίστροφα, μεταμορφώνει τὸ σύμπαν σε παλλόμενη σάρκα; Ὁ ἐρωτικός, ποὺ σκιρτᾶ σ᾿ ὅλα τὰ ἀγγίγματα τῶν σωμάτων καὶ τῶν ἀγαλμάτων, ἢ ὁ ἀσκητὴς ποὺ «ἀπωθεῖ» καὶ «θεώνεται»; Ἢ μήπως ὁ φύσει ὑπαρξιακὸς ποὺ ἐκθέτει τὴν ἀγωνία του στὸν ψιθυριστὸ διάλογό του μὲ τὸ χρόνο καὶ τὸ θάνατο; Ὁ «διχασμένος καὶ
διπλός», μᾶς λέει ὁ ἴδιος, ἐπιβεβαιώνοντας τὸν ὑπερβατικὸ λόγο τῆς ποίησης.

Ὁ Γιάννης Ρίτσος πέθανε στὶς 11 Νοεμβρίου 1990, ἀφήνοντας 50 ἀνέκδοτες συλλογὲς ποιημάτων. Μὲ τὸ ἔργο του εἰσῆλθε σ᾿ ὅλα τὰ ὁρατὰ καὶ ἀόρατα, ἄντλησε ἀπὸ τὸ βάθος τοῦ χρόνου καὶ τὸ πλάτος τοῦ κοινωνικοῦ χώρου. Ἐκμεταλλεύθηκε δυναμικὰ τὸν ἀστείρευτο πλοῦτο τῆς νεοελληνικῆς γλώσσας. Συμφιλίωσε τοὺς ἀγῶνες γιὰ τὰ καίρια προβλήματα τῆς ἐποχῆς μας μὲ τὴν ἐσωτερικὴ βίωση τῶν πραγμάτων καὶ τὴν ἀναζήτηση τοῦ νοήματος τῆς ὕπαρξης. Στὶς μείζονες συνθέσεις καὶ στὰ μικρὰ ποιήματα, ὅπως καὶ στὰ δοκίμιά του, ἀνέδειξε μία σύγχρονη εὐαισθησία, προσαρμόζοντας τὴ φωνή του στοὺς χαμηλοὺς τόνους τῆς βαθιᾶς ἐπικοινωνίας καὶ τῆς ἐξομολογητικότητας.



Όταν σφίγγουν το χέρι, ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο
όταν
χαμογελάνε, ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μες απ' τ' άγρια γένεια τους
όταν κοιμούνται, δώδεκα άστρα πέφτουν απ' τις άδειες τσέπες τους
όταν σκοτώνονται, η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με ταμπούρλα.

Καθήσαμε με την αμορφοσμιά μας και με την βαρεμάρα της καθημερινής ανοίας που στολίζεται και προσφέρεται και κοιτάξαμε λίγη ποίηση. Δεν τολμήσαμε να ανοίξουμε μία ποιητική ανθολογία, δεν το είχαμε συνηθήσει. Προσπαθήσαμε να εκτονόσουμε όλο το ψέμα και το δήθεν της καθημερινότητας με λίγη πνευματική εργασία. Το κάναμε ιντερνετικά. Βρήκαμε αυτό το βίντεο. Ρωμιοσύνη του Γιάννη Ρίτσου. Κάθήσαμε το είδαμε, το ξαναείδαμε και δεν αντέξαμε.
  Γυρνώντας από ΄΄σχολείο΄΄ μας καταπιαστήκαμε με αυτό.Περάσμαμε μία μέρα που γυρεύμαμε να βρούμε τι ακριβώς μάθαμε. Άμέσως  καταλάβαμε οτί όλες οι μέρες στο σχολείο έμοιαζαν ίδιες. Πήραμε τις απαραίτητες παρουσίες διαβάζοντας κάτω από το θρανίο για το φροντιστίριο. Ακούσαμε ή μάλλον ανεχθήκαμε τις γνωστές πίπες από λογής λογής καθηγητές. Από καθαρά ουδέτερη θέση περιμέναμε από τα φιλολογικά μαθήματα να ακούσουμε κάτι το ξεχωριστό. Μία ώθηση. Είδαμε ηλικιωμένες καθηγήτριες να αναμεταδίσουν στους μαθητές τις ίδιες ΄΄αρχαιολογικές αρλούμπες'' που είχαν μάθει στο πανεπιστήμιο και δεν δέχονται να ανοίξουν ένα ριμαδοβιβλίο από τότε. Είδαμε να διδάσκονται κείμενα που να ικανοποιούν τα της ύλης του υπουργείου. Είδαμε καθηγητές αγχομένους να τρέχουν πλάι πλάι με την ύλη. Προσπαθούσαμε στα αποκαίδια μιας ''ΠΕΡΙΦΑΝΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ'' να βρούμε λίγη από την δημιουργηκότητα και την έμπνευση που ζητά η παιδεία για να ξαναρχίσει να πιστεύει στο παρελθόν της. Όταν το μάθημα αρχίζει βλέπουμε να διδάσκονται κείμενα που αφήνουν άφονους τους ρομαντικούς του είδους. Δεν έχουμε να προτείνουμε κάτι. Απλώς δικαιολογούμε την κατεύθυνση των σχολικών βιβλίων. Σε μία άκρως         αμφιλεγόμενη περίοδο τα βιβλία θα πρέπει να περιέχουν ακόμα και προπαγανδιστικές ακρότητες έτσι ώστε να επιτυγχάνετε μία συνεχή ενασχόληση με τα εθνικά θέματα.
 να προσαρμοστεί στις πιγνιρές σχολικές ανάγκες.
Συνεχώς διδάσκονται οι λεγόμενοι ''εθνικοί ποιηταί'' που όσο αξιόλογοι και να είναι δεν παύουν να απασχολούν ανακυκλώνοντας τα ίδια θέματα. Μεταφέρουν τις ίδιες ιδέες. Δημιουργούν μία ψευδαίσθηση. Τόσα δοκίμια που αναφέρονται στην επανάσταση του 1821 μεταφέρουν το ίδιο εθνικοαπελευθερωτικό ύφος. Το πρόβλημα δεν είναι στο ύφος των ποιητών αλλά στην κυκλική διάταξη της γνώσης στα σχολεία.

Και συμπεραίνουμε: Η παιδεία είναι όντος ελεγχόμενη; Επιλέξαμε τον ποίημα του Ρίτσου για να δώσουμε μία σοβαρότητα στο κείμενο.χαχαχα. Πόσες φορές εν τέλει θα μάθουμε για πυρπολισμούς τουρκικών πλοίων στο αιγαίο; Στην εποχή την οποία διανύουμε τα γεγονότα διαπλέκονται και οι ιδεές παρατάσσονται αντιμαχόμενες και ακόμα και ο μαθητικός κόσμος δεν μένει στο σκοτάδι, πολιτικοποιήται και δρα. Σε μία περίοδο πολιτικοκοινωνικής ''μπουρδούκλωσης'' η γνώση του ίδιου αντικειμένου από της δύο μεριές είναι το καλύτερο. 

Το βλέπουμε να έρχετε. Σχολεία νεκρά. Βιβλία στάχτες. Παιδιά άβουλα. Κοινωνία ''ευτυχισμένη''.....Δεν βλέπουμε παγκόσμοιες συνωμοσίες αλλά μία προσβολή της αηιοπρέπειας μας. Ώρα για να ανεβούμε την ανηφόρα... 

1 σχόλιο:

  1. Nomizw aksizei na dimosieuthei & to akoloutho poiima tou Tasou Leivaditi:
    Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν' αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο. Θα βγεις στους δρόμους , θα φωνάξεις τα χείλη σου θα ματώσουν απ' τις φωνές Το πρόσωπό σου θα ματώσει απ' τις σφαίρες μα δε θα κάνεις ούτε βήμα πίσω. Κάθε κραυγή σου θα ' ναι μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων. Κάθε χειρονομία σου θα 'ναι για να γκρεμίζει την αδικία. Δεν πρέπει ούτε στιγμή να υποχωρήσεις, ούτε στιγμή να ξεχαστείς. Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε. Μια στιγμή αν ξεχαστείς, αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται στη δίνη του πολέμου, έτσι και σταματήσεις για μια στιγμή να ονειρευτείς εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη απ' τις φωτιές. Δεν έχεις καιρό, δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος. Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος μπορεί να χρειαστεί και να πεθάνεις για να ζήσουν οι άλλοι. Θα πρέπει να μπορείς να θυσιάζεσαι ένα οποιοδήποτε πρωινό. Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος θα πρέπει να μπορείς να στέκεσαι μπρος στα ντουφέκια!
    ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή